«Ἐφανέρωσά σου τὸ ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις»
Τὸ ὄνομα ἐκφράζει τὴν ὑπόληψη, τὴ φήμη, τὴ δόξα. «Καὶ εὐλογήσω σε καὶ μεγαλυνῶ τὸ ὄνομά σου, καὶ ἔσῃ εὐλογητὸς\” (Γεν. 12,2), εἶπε ὁ Θεὸς στὸν Ἀβραάμ. Τὸν Ἐπίσκοπο Περγάμου τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο τὸν ἐγκωμιάζει λέγοντας πὼς «κρατεῖς τὸ ὄνομά μου καὶ οὐκ ἠρνήσω τὴν πίστιν μου» (Ἀποκ. 2,13). Στὸν ἀγωνιστὴ ὁ Θεὸς θὰ τοῦ δώσει ψῆφο ποὺ θὰ εἶναι γραμμένο ὄνομα «καινὸν» (ὅπ. π. στίχ.17). Στὴν ἀρχιερατικὴ προσευχὴ τοῦ Κυρίου ἀκοῦμε πὼς ἀποκάλυψε τὸ ὄνομα τοῦ Πατέρα Του στοὺς ἀνθρώπους, ἢ λέγει: «ἐγνώρισα αὐτοῖς τὸ ὄνομά σου καὶ γνωρίσω» (Ἰωάν. 17,26).
Ποιὸ εἶναι τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ;
Ἕνας σύγχρονος θεολόγος γράφει πὼς μετὰ τὴν Ἀνάσταση καὶ τὴν Πεντηκοστὴ τὸ μυστήριο τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ θὰ ἀποκαλυπτόταν πλήρως. Ἡ ἀρχιερατικὴ προσευχὴ εἶναι ἡ ἔνθεος ἀνάπτυξη τοῦ δόγματος τοῦ Τραδικου θεοῦ. Εἶναι ἡ φανέρωση τῆς ζωαρχικῆς Τριάδος. Ἡ θεότητα ἔχει μία οὐσία καὶ τρία πρόσωπα, δηλ. τὸν ἀγέννητο Πατέρα, τὸν Υἱὸ ποὺ γεννᾶται ἀπὸ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ποὺ ἐκπορεύεται ἀπὸ τὸν Πατέρα. Χρονικῶς ὅμως δὲν ἔχουν διαφορὰ τὰ τρία Πρόσωπα. Στὸ πρόσωπο τοῦ Υἱοῦ φανερώθηκε καὶ ὁ Πατέρας. Ὁ Υἱὸς εἶναι σοφία, ὅσιος, ἄκακος, οἰκτίρμων, ἅγιος, ἀγαθός. «Ἐγνώσθη ταῦτα ὑπάρχων καὶ ὁ γεννήσας αὐτόν», δηλ. ἀποκαλύφθηκε πὼς αὐτὲς τὶς ἐνέργειες τὶς ἔχει κι ὁ Πατέρας ποὺ ὑπερφυῶς Τὸν γεννᾶ, λέγει κάποιος ἀπὸ τοὺς πατέρες. Οἱ Ἰουδαῖοι γνώριζαν τὸ Θεό, ἀλλὰ δὲν Τὸν γνώριζαν ὡς Πατέρα, μᾶλλον ὡς Δημιουργὸ Τὸν γνώριζαν. Ὁ Υἱὸς φανέρωσε τὸν Πατέρα, καὶ μὲ τὰ λόγια καὶ μὲ τὰ ἔργα ἔκανε τὸν ἑαυτὸ Του γνώριμο σὲ ὅλους. Ἐπειδή, λοιπόν, ὁ Χριστὸς ἀπέδειξε τὸν ἑαυτὸ Του Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, παράλληλα καὶ «Πατέρα ἐκεῖνον συναπεδείκνυε», δηλ. φανέρωσε καὶ τὸν Πατέρα Του, γράφει ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος. Δοξάζεται ὁ Πατέρας διὰ τοῦ Υἱοῦ.
Οἱ πατέρες φανέρωσαν τὸ ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ
Σήμερα γιορτάζουμε τὴν πρώτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ἡ ὁποία διατράνωσε τὸ μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος, δηλ. «Πατρὸς καὶ Υἱοῦ καὶ Πνεύματος Ἁγίου μίαν οὐσίαν ἐδογμάτισαν καὶ φύσιν», ὅπως λέγει τὸ γνωστὸ τροπάριο. Ὅλοι αὐτοὶ οἱ Ἅγιοι ποὺ συναθροίσθηκαν στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας, ἦσαν ἀγωνιστὲς καὶ ὁμολογητὲς τῆς πίστεως. Ἄλλοι εἶχαν ἀκρωτηριασθεῖ στοὺς διωγμοὺς ἀπὸ τοὺς ἀσεβεῖς καὶ ἀνόμους βασιλεῖς. Σὲ ἄλλους εἶχαν κόψει τὰ νεῦρα, σὲ ἄλλους εἶχαν ἐξορύξει τοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ σ’ ἄλλους εἶχαν ἀκρωτηριάσει ἄλλα μέλη τοῦ σώματος. Ὅλα αὐτὰ γιὰ τὴν ὁμολογία τῆς πίστεως πρὸς τὸ Χριστό. Αὐτὸ τὸ Πανάγιο ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ ὑπερασπίσθηκαν μέχρις αἵματος καὶ ἐξορίας. Ὁ ἅγιος Ἀλέξανδρος, ἐπίσκοπος Ἀλεξανδρείας, λέγει πὼς πολέμησαν «τὸ χριστομάχον ἐργαστήριον» τοῦ Ἀρείου μὲ ὅλη τὴ δύναμη τῆς ψυχῆς τους. Τὰ στίγματα τοῦ Κυρίου ποὺ ἔφεραν στὸ σῶμα τους, ἦταν γιὰ νὰ μὴ σβησθεῖ ἢ μωμηθεῖ τῆς Ἁγίας Τριάδος τὸ ὄνομα ποὺ μᾶς φανέρωσε ὁ Χριστός. Δὲν ἦταν ἁπλῶς σύνοδος Ἐπισκόπων, ἀλλὰ δῆμος μαρτύρων, θὰ λέγαμε τὸ προσωπικὸ ὀρθόδοξο ἦθος τους ξεκινοῦσε ἀπὸ τὴν πίστη στὰ ὀρθὰ δόγματα. Στὴ ζωὴ τους δόγμα καὶ ἦθος πήγαιναν μαζί.
Σήμερα καλλιεργεῖται ὁ δογματικὸς ἀποχρωματισμὸς
Σήμερα καλλιεργεῖται, ὅπως εἶπε ἕνας θεολόγος, ὁ δογματικὸς πιετισμὸς (εὐσεβισμός). Ἡ εὐσέβεια ὅλων τῶν Χριστιανῶν, ἀνεξαρτήτως ποῦ ἀνήκουν, δὲν ἐκπορεύεται ἀπὸ τὰ δόγματα τῆς πίστεως. Δὲν ἔχουν τὰ βιώματα καὶ τὴν ἄσκηση καὶ τὴ ζωὴ τῆς σωστῆς πίστεως. Μάλιστα καλλιεργεῖται καὶ ἡ ἀντίληψη νὰ εἴμαστε καλοὶ ἄνθρωποι κι ὅλα τὰ ἄλλα δὲν ἔχουν καὶ πολλὴ σημασία. Καλλιεργεῖται ἡ ἀτομικὴ ἠθικὴ κι ὄχι τὸ ὀρθόδοξο ἦθος ποὺ εἶναι συνδεδεμένο μὲ τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεως. Τὸ πρωτεῖο τῆς ἀφηρημένης ἀγάπης εἰς βάρος τῶν δογμάτων. Διαφέρουμε ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς ὄχι τόσο σὲ ἀφηρημένες διατυπώσεις, ἀλλὰ στὴν ἔμπρακτη πίστη. Τὰ δόγματα κρύβουν τὴν ἀλήθεια τῆς προσωπικῆς μας σχέσεως μὲ τὸ Θεὸ μέσα στὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωή. Δὲν ἐπιτρέπεται νὰ τὰ ἀγνοοῦμε καὶ νὰ περιοριζόμαστε σ’ ἕνα τρόπο ζωῆς ποὺ μπορεῖ κανεὶς νὰ τὸν βρεῖ καὶ σὲ πολλοὺς αἱρετικούς.
Ἀδελφοί μου,
Ὅποιος ἀποκόπτεται ἀπὸ τὴν ἄμπελο τῆς Ἐκκλησίας, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ζωντανός. Αὐτὴν τὴν οὐσιαστικὴ σχέση μὲ τὴ χάρη τοῦ Τριαδικοῦ θεοῦ νὰ ἐπιδιώξουμε, γιὰ νὰ εἴμαστε πάντα ζωντανοί.